![]() |
Απάμεια, Ελληνική πόλη στην Συρία. Ιδρύθηκε από τον Σέλευκο Α' |
Σύμφωνα με
τον ΟΗΕ, 5.600.000 άτομα έχουν φύγει από την Συρία λόγω του πολέμου, ενώ
6.100.000 έχουν φύγει από τον τόπο διαμονής τους αναζητώντας καταφύγιο στην χώρα.
Άνω των 13.000.000 χρειάζονται ανθρωπιστική βοήθεια, συμπεριλαμβανομένων περίπου
6.000.000 παιδιών (1).
Πρόκεται για
ολοκληρωτική καταστροφή σε μια χώρα με περίπου 20.000.000 πληθυσμό. Το
αντίκτυπο που έχει ο πόλεμος στην Ευρώπη από το 2011, είναι γνωστό και δεν θα
αναλυθεί σε αυτό το άρθρο. Υπάρχουν δύο εκδοχές
για την έκβαση του πολέμου. Από την μία, φαίνεται πως βαδίζει προς το τέλος
του, με ουσιαστικά απροσδόκητη νίκη της Ρωσίας, προσωρινή σκηνοθετιμένη αποχώρηση
των ΗΠΑ και επέκταση της Τουρκίας σε εδάφη που κατέχει στην Συρία και στο Ιράκ.
Αντιθέτως, η άλλη
όψη είναι πως η κατάσταση θα παραμείνει η ίδια και παρόλη την ήττα του isis, ίσως
εμφανιστεί κάτι παρόμοιο με αποτέλεσμα να διατηρηθεί το χάος.
Η πλειοψηφία
των αναλυτών και των ΜΜΕ, εστιάζει στις συγκρούσεις και στις συνέπειες της
καταστάσεως. Παρόλαυτα, φαίνεται πως, λίγοι αναρωτήθηκαν το τι ακριβώς σημαίνει
να είναι κάποιος Σύριος, πιο το ιστορικό υπόβαθρο της ταυτότητας και εν πάσει
περιπτώσει, εάν όντως υπάρχει συλλογική συριακή εθνική ταυτότητα.
Η Συρία, ως περιοχή κατοικούνταν
από Έλληνες, αλλά κυρίως από Φοίνικες (Bryce, 2014). Σπουδαίες φοινικικές
πόλεις ήταν η Τύρος, η Βύβλος και η Σιδώνα, όπου υπάρχουν μέχρι σήμερα στο Λίβανο
(Durant, 1965) . Άλλωστε, από αυτή την περιοχή ξεκίνησαν οι Φοίνικες και
ίδρυσαν την περίφημη Καρχηδόνα, στην περιοχή της σημερινής Τυνησίας (Durant,
1969). Δεν υπήρχε Συριακό γένος ή έθνος εκείνη την εποχή.
![]() |
Ελληνορωμαϊκό θέατρο στην Bosra της Συρίας |
Είναι γνωστό
πως η μάχη της Ιψού το 333 π.χ., δόθηκε στην Συρία. Μέσω της πανελλήνιας
εκστρατείας, ο Ελληνισμός με τον Αλέξανδρο, τους διαδόχους του αλλά και τους
επιγόνους του, ίδρυσε σπουδαίες πόλεις στην Συρία και στην γύρω περιοχή, που όπως
φαίνεται, δυστυχώς, δεν διασώζονται στην μνήμη της σύγχρονης Ελληνικης ταυτότητας:
Αντιόχεια, Σελεύκεια, Αππάμεια, Βέροια και Έδεσσα, είναι κάποιες από αυτές (Droysen,
2005). Πολύ μεγαλύτερες από την Αθήνα και την Σπάρτη της παράλληλης εποχής και
πολύ πιο παραγωγικές.
Ιστορικοί όπως ο
Αππιανός, στο 9ο του βιβλίο, αναφέρονται σε ‘Σύριους’ εννοώντας τους
Έλληνες, του Αντιόχου των Σελευκιδών. Συνεπώς, δεν νοούν ‘συριακή’ εθνική
ταυτότητα με την σημερινή έννοια, αλλά η αναφορά γίνεται στην περιοχή της
πρωτεύουσας των Σελευκιδών. Η περιοχή ήταν η αρένα των συγκρούσεων μεταξύ των
Σελευκιδών και των Πτολεμαίων. Συνολικά δόθηκαν έξι Συριακοί πόλεμοι (Droysen, 2005,
1993).
Με την άνοδο
της Ρώμης και την επιβολή της έναντι των Σελευκιδών και των Πτολεμαίων, η
περιοχή πέρασε υπό Ρωμαϊκή κυριαρχία. Αργότερα, διατηρήθηκε στην Ρωμαϊκή
Αυτοκρατορία ακόμα και όταν άλλαξε πρωτεύουσα. Στην ίδια περιοχή, δόθηκε η μάχη
της Ιψού από τον Αυτοκράτορα Ηράκλειο, το 622, κατά των Σασσανιδών.
Έπειτα από την Κωνσταντινούπολη, η
Συρία κατακτήθηκε από τους Άραβες,
στον πόλεμο που έγινε κατά του Αυτοκράτορα Ηρακλείου. Εν συνεχεία, η περιοχή
αραβοποιήθηκε πλήρως. υιοθετήθηκε το αραβικό αλφάβητο, ο πληθυσμός έγινε
μουσουλμανικός και υπέκυψε στους Άραβες.
Από την αρχαιότητα, δεν υπήρξε ποτέ
Συριακή ταυτότητα γένους ή έθνους. Ήταν ένας αφηρημένος γεωγραφικός
προσδιορισμός, όπως είναι η Ευρώπη και η Ασία.
Ως γνωστόν,
πολύ σύντομα ξέσπασε το σχίσμα μεταξύ σουνιτών και σιϊτών. Οι τελευταίοι,
θεωρούν πως ο κανονικός διάδοχος του προφήτη είναι ο ξάδελφος του, Αλή, και όχι
ο Αμπού Μπακρ των Σουνιτών, που δεν ήταν συγγενής. Κάθε σχίσμα και σύγκρουση,
είναι ευκαιρία για την πλευρά που δεν εξουθενώθηκε στην αρχική σύγκρουση. Έτσι,
ο σιϊτισμός εξελίχθηκε ως η επέκταση της πανάρχαιας Περσικής εθνικής
ταυτότητας, που χρησιμοποιείται μέχρι και σήμερα ως επεκτατικό μέσο του Ιράν (όπως
στην Υεμένη). Λίγο αργότερα, δημουργήθηκε το σιϊτικό παρακλάδι των Αλαουιτών που
υπάρχει μέχρι σήμερα και αποτελεί την θρησκεία της οικογένειας του Άσαντ.
Έπειτα, από τους
Άραβες η περιοχή της Συρίας πέρασε στην Οθωμανική κυριαρχία τον 16ο
αιώνα. Παρόλη την επέκταση της, η Οθωμανική Αυτοκρατορία άρχισε να παρακμάζει,
σε σημείο όπου τον 19ο αιώνα, ο Τσάρος Νικόλαος Β’ την αποκάλεσε ως
τον ασθενή της Ευρώπης (Χριστοδουλίδης, 1990).
Τον 19ο
αιώνα (κυρίως από τα μέσα του και έπειτα), η Βρετανική Αυτοκρατορία ήταν σε
έναν αντίστοιχο ψυχρό πόλεμο με την Ρωσική Αυτοκρατορία, που ονομάστηκε The Great Game. Θεμέλιο της
Βρετανικής εξωτερικής πολιτικής, ήταν να διατηρηθεί ο ασθενής της Ευρώπης σε
μια αδύναμη κατάσταση, για να μην επεκταθεί η Ρωσία στο Αιγαίο, όπως επίσης, να
χρησιμοποιηθεί η περιοχή γύρω από το Αφγανιστάν, ως απαγορευτικό της Ρωσικής
επεκτάσεως, για να μην χαθεί η Ινδία.
Έτσι, η Αγγλία
βοήθησε ουσιαστικά (και όχι επιφανειακά όπως η Ρωσία) την Ελλάδα να κάνει
κράτος, για να μην έχει έξοδο η Ρωσία στο Αιγαίο (αν και το Great Game αφορά την
περιοχή του Αφγανιστάν). Λίγο αργότερα, το 1853-6 πήρε το μέρος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας
στον Κριμαϊκό πόλεμο, κατά της Ρωσίας, που κόστισε την ζωή σε τουλάχιστον μισό
εκατομμύριο ανθρώπους.
Παρόλαυτα, η
Οθωμανική Αυτοκρατορία συνέχισε να παρακμάζει, λόγω της οπισθοδρομικής
ιδεολογίας, της θρησκοληψείας που εμποδίζει την επιστημονική έρευνα, όπως
επίσης την κακοδιαχείρηση των οικονομικών, αλλά και την αφύπνιση εθνικών
ταυτοτήτων, πραγματικών ή μη, κατά της αυτοκρατορίας. Επιπροσθέτως, η Αίγυπτος
(που αργότερα θα χρησιμοποιηθεί ως ορμητήριο κατά των Οθωμανών), έγινε Βρετανικό
προτεκτοράτο προς τα τέλη του 19ου αιώνος.
Παράλληλα, η
Οθωμανική Αυτοκρατορία εξελίχθηκε σε Γερμανικό προτεκτοράτο. Η οικονομία των δύο
κρατών δέθηκε περαιτέρω, ενώ τον Οθωμανικό στρατό τον διοικούσαν Γερμανοί, όπως
ο
μετ’έπειτα ‘Πασάς’ Colmar Freiherr von der Goltz (συνυπεύθυνος για
την γενοκτονία των Αρμενίων και στρατηγός κατά της Ελλάδος στον Ελληνοτουρκικό
Πόλεμο του 1897), ο Otto Liman von Sanders (αρχιστράτηγος των Οθωμανών
στην Παλαιστίνη) και ο Friedrich Freiherr Kress von Kressenstein (Ferguson,
2006).
Αυτή η κατάσταση
τόνωσε τα αντιτουρκικά συναισθήματα στην Αγγλία, ιδιαίτερα, όταν
οι Γερμανοί προσπάθησαν να ξεσηκώσουν τον μουσουλμανικό κόσμο, κατά της Μεγάλης
Βρετανίας (το θέμα θα αναλυθεί σε μελλοντικό άρθρο). Ως εκ τούτου, από την στιγμή
που ο ασθενής της Ευρώπης δεν είχε καμία αξία και πήρε το μέρος των Γερμανών
στον Α’ ΠΠ, αποφάσισαν να αφαιρέσουν τον ορό και να διαλύσουν επίσημα την
Οθωμανική Αυτοκρατορία.
Έτσι, Αγγλία και Γαλλία κατάφεραν να
τους απαντήσουν με τον ίδιο τρόπο, πείθοντας τον αραβικό κόσμο να κάνει τζιχάντ
κατά των Οθωμανών. Έπεισαν τον Al-Hahimi, Εμίρη της Μέκας, να κυρήξει τζιχάντ
κατά των Οθωμανών με αντάλλαγμα την δημιουργία μεγάλου αραβικού κράτους
(Ferguson, 2017).
Φυσικά, επειδή
στην διπλωματία η παραπλάνηση είναι ο κανόνας, Αγγλία-Γαλλία υπέγραψαν την
συνθήκη Sykes-Picot το 1917, όπου χώριζαν την Μέση Ανατολή μεταξύ των δύο δυνάμεων,
χωρίς να ενημερώσουν τους Άραβες. Έτσι, ουσιαστικά δημιουργήθηκε το ‘Συριακό
κράτος’ από τους Γάλλους, με το τέλος της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Η
δημιουργία ενός ‘Συριακού Έθνους’, ουσιαστικά δεν υπήρξε πριν την συνθήκη.
Συνεπώς, Σύριοι με συλλογική
εθνική ταυτότητα, δεν υπήρχαν. Αυτό που δημιουργήθηκε, ήταν ένας γεωγραφικός
χώρος, για να εξυπηρετήσει τα συμφέροντα της Γαλλίας. Όχι ένα έθνος, με
κατοίκους που είχαν εθνική ταυτότητα.
Παράλληλα, μετά την
‘ανεξαρτησία’ του ‘Συριακού’ κράτους που άρχισε ουσιαστικά το 1946 μετά την
παρακμή της Γαλλίας, η Συρία, ως προτεκτοράτο της ΕΣΣΔ, στράφηκε κατά του
Ισραήλ
I) Το 1948 επιτέθηκε
κατά του Ισραήλ. Φυσικά, ηττήθηκαν από τον Ισραηλινό στρατό και έπειτα
ακολούθησαν αρκετά πραξικομήματα και αστάθεια στην Συρία.
II) Το 1967 στον
πόλεμο των έξι ημερών, η Συρία μαζί με την Αίγυπτο και την Ιοδρανία, έχασαν και
πάλι από το Ισραήλ
III) Το 1973 στον
πόλεμο του Γιομ Κιπούρ, όπου η Συρία και η Αίγυπτος επιτέθηκαν αιφνιδιαστικά
κατά του Ισραήλ, στην πιο ιερή μέρα του Ιουδαϊσμού, ηττήθηκαν και πάλι.
IV) Το 1982, στον
πρώτο πόλεμο του Λιβάνου, η Συρία έχασε και πάλι.
![]() |
Εικόνα καθημερινότητας στην Συρία. |
Επίσης, ανέκαθεν
είχε πολύ καλές σχέσεις με την Τουρκία, ακόμα και επί των πρώτων ετών του
Ερντογάν. Πληρώνουν όμως ακριβά αυτή την αναξιόπιστη φιλία μέχρι και σήμερα.
Σήμερα, το
87% του πληθυσμού είναι μουσουλμάνοι (74% σουνίτες, 13% σιίτες που περιλαμβάνει
και Αλεουί) και 9% χριστιανοί.
Υπάρχουν 18.000.000 σουνίτες Άραβες, περίπου 1.000.000 Τουρκμένοι, τουλάχιστον
2.000.000 Κούρδοι (κυρίως Σουνίτες), ενώ υπάρχουν σημαντικοί αριθμοί
μειονοτήτων Ελληνικής, Ασσυριακής και Περσικής καταγωγής (2). Συνεπώς, είναι φανερό πως θα επικρατεί χάος και αταξία, σε μια σχετικά
μικρή γεωγραφική περιοχή χωρίς συλλογική εθνική ταυτότητα.
Εν
κατακλείδι, μπορεί επιφανειακά η Συρία να μην έγινε Λιβύη, από την άποψη πως ο
αρχηγός της είναι ακόμα ζωντανός και έχει ανακτήσει σχεδόν όλη την περιοχή,
χάρη στον Ρωσικό στρατό του Πούτιν, όμως οι συνέπειες για την γύρω περιοχή και
την Ευρώπη, είναι περίπου ισάξιες. Από την στιγμή που είναι ένα φαντασιακό κατασκεύασμα
δημιουργημένο αποκλειστικά από ξένες δυνάμεις, είναι δεδομένο πως δεν έχει συλλογική
εθνική ταυτότητα, όπως και άλλα κράτη άλλωστε.
Επειδή, δεν υπάρχει συλλογική
εθνική ταυτότητα, τονώνεται η μανία κάθε ομάδας να κυριαρχήσει επάνω στην άλλη.
Η κατάσταση θα συνεχιστεί. Η γεωπολιτική της θέση, αλλά κυρίως η μηδαμινή
συλλογική εθνική ταυτότητα, επιτρέπει σε ένα μεγάλο εύρος ξένων παραγόντων να
στηρίζει κάποια ομάδα για να συγκρούεται με κάποια άλλη. ΗΠΑ, Ρωσία, ΕΕ,
Σαουδική Αραβία, Ιράν και Τουρκία, βρίσκουν εύκολα κάποιον να συνεργαστούν,
διότι δεν υπάρχει καμία απολύτως ομοιογένεια. Αυτό σημαίνει, πως, Συρία ως
έθνος, δεν υπήρξε ποτέ.
Ακόμα και αν
κάποιος δεν δεχόταν τα παραπάνω και την ανυπαρξία εθνικής ταυτότητας, λέγοντας
πως, Σύριοι -εθνικά- είναι όσοι είναι Αλαουίτες, τότε θα παραδεχόταν πως το να
κυβερνάει η μειοψηφία, θα εντίνει την σύγκρουση. Από την άλλη, η επιβολή
Σουνιτών, φαντάζει ακόμα χειρότερη για την χώρα και την γύρω περιοχή.
Ως εκτούτου, οι
συγκρούσεις θα συνεχιστούν, ακόμα και αν υπάρξει ηρεμία για λίγο καιρό, λόγω
της ανυπαρξίας συλλογικής εθνικής ταυτότητας.
Bryce, T. (2018). Ancient Syria: A three thousand year history. Oxford: OUP
Droysen, J., G. (2005). Ιστορία των Επιγόνων του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Αθήνα: Ελεύθερη σκέψις
Droysen, J., G. (2005). Ιστορία των Διαδόχων του Μεγάλου Αλεξάνδρου.
Αθήνα: Ελευθεροτυπία
Durant, W. (1965).
Παγκόσμιος Ιστορία του Πολιτισμού. II. Αθήνα: Συροπούλοι
Durant, W. (1969).
Παγκόσμιος Ιστορία του Πολιτισμού. III. Αθήνα: Συροπούλοι
Hopkirk, P. (2010).The
great game: The struggle for empire in central Asia. New York: Kodansha
International.
Ferguson, N. (2017). Ο Πόλεμος Στον Κόσμο. Αθήνα: Ιωλκός
Ferguson, N (2006). Α' Παγκόσμιος Πόλεμος. Αθήνα: Ιωλκός
Ferguson, N. (2017). Ο Πόλεμος Στον Κόσμο. Αθήνα: Ιωλκός
Ferguson, N (2006). Α' Παγκόσμιος Πόλεμος. Αθήνα: Ιωλκός
Sergeev, E. J. (2014).The
great game, 1856-1907: Russo-British relations in central and east Asia.
Washington: Woodrow Wilson Center Press.
Χριστοδουλίδης, Θ. (1990). Διπλωματική Ιστορία. Αθήνα: Σιδέρης.
Χριστοδουλίδης, Θ. (1990). Διπλωματική Ιστορία. Αθήνα: Σιδέρης.
1) https://news.un.org/en/focus/syria
2) worldpopulationreview.com/countries/syria-population